ΓΡΙΒΑΣ ΚΑΙ ΑΥΞΕΝΤΙΟΥ ΕΞΟΛΟΘΡΕΥΟΥΝ ΤΟΥΣ ΑΓΓΛΟΥΣ
ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ ΤΟΥ 1955 ΗΤΑΝ ΣΚΛΗΡΕΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΝΤΑΡΤΕΣ ΤΗΣ ΕΟΚΑ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΡΧΗΓΟ ΔΙΓΕΝΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ. ΕΥΡΕΙΑΣ ΕΚΤΑΣΗΣ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΒΡΕΤΑΝΙΚΩΝ ΣΤΡΑΤΕΥΜΑΤΩΝ ΕΞΑΠΟΛΥΘΗΚΑΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟΥ ΣΕ ΟΛΟΚΛΗΡΗ ΤΗΝ ΟΡΕΙΝΗ ΚΥΠΡΟ. ΣΥΛΛΗΨΗ ΤΟΥ ΑΡΧΗΓΟΥ ΘΑ ΣΗΜΑΙΝΕ ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΝΟΠΛΟΥ ΑΓΩΝΑ ΤΩΝ ΚΥΠΡΙΩΝ ΓΙΑ ΕΝΩΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ. ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΕΦΘΑΣΑΝ ΣΤΗΝ ΚΟΨΗ ΤΟΥ ΞΥΡΑΦΙΟΥ ΣΤΙΣ 11 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1955, ΟΤΑΝ Ο ΑΡΧΗΓΟΣ ΚΑΙ Η ΟΜΑΔΑ ΤΟΥ ΚΥΚΛΩΘΗΚΑΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΧΘΡΟ ΚΟΝΤΑ ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ ΣΠΗΛΙΑ…..
Από το φθινόπωρο του 1955, οι Βρετανοί επιτελείς στην Κύπρο είχαν συνειδητοποιήσει ότι η καταστολή του ένοπλου αγώνα της ΕΟΚΑ, δεν θα ήταν εύκολη υπόθεση, όπως αρχικά εκτίμησαν. Οι επιθέσεις της Οργάνωσης προσελάμβαναν μαζικό χαρακτήρα, τόσο από τις ομάδες κρούσης στις πόλεις, όσο ιδιαίτερα στις ορεινές περιοχές του Τροόδους, που ευνοούσαν τα αιφνιδιαστικά χτυπήματα των ανταρτών. Οι κατακτητές της κυπριακής γης, είχαν αντιληφθεί ότι στους ορεινούς όγκους του Τροόδους χτυπούσε η καρδιά της ΕΟΚΑ και άρχισαν να προβαίνουν σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις. Η εξάρθρωση της Οργάνωσης κάθε άλλο παρά εύκολη ήταν, εάν συνυπολογιστεί το δύσβατο πολλών περιοχών στο Τρόοδος, μια έκταση ίση περίπου με τον νομό Αρκαδίας στον ελλαδικό χώρο.
Η έλλειψη στρατιωτικής πείρας των νεαρών Κυπρίων μαχητών, αναπληρωνόταν από τον ενθουσιασμό τους και την μέχρις αυτοθυσίας διάθεσή τους να πλήξουν τον εχθρό και κατακτητή. Από την άλλη, η αποικιακή διοίκηση, βάσει των εντολών που έλαβε από το Λονδίνο τον Οκτώβριο του 1955, επέβαλλε νέους περιοριστικούς όρους και ποινές. Στις 28 Οκτωβρίου απαγορεύτηκε στους Κυπρίους ο εορτασμός του ΟΧΙ και ο κυβερνήτης του νησιού Τζον Χάρντιγκ προχώρησε ακόμη περισσότερο, κηρύσσοντας ολόκληρο το νησί σε καθεστώς εκτάκτου ανάγκης, από τις 26 Νοεμβρίου...
Οι βρετανικές στρατιωτικές δυνάμεις, είχαν πλέον διευρυμένες εξουσίες: Όποιος συλλαμβανόταν να μεταφέρει όπλα ή πυρομαχικά, έστω και σφαίρες, θα καταδικαζόταν σε θάνατο. Για δολιοφθορές σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις ή ακόμα και σε χώρους κοινής ωφελείας, όπως ηλεκτροπαραγωγικούς σταθμούς ή εγκαταστάσεις υδατοπρομήθειας, προνοούνταν ισόβια δεσμά. Εκτός νόμου τέθηκαν όλες οι δημόσιες συγκεντρώσεις. Επιτράπηκαν μόνο οι συγκεντρώσεις σε θέατρα, κινηματογράφους και εκκλησίες. Με τέτοιου είδους καταπιεστικά μέτρα, οι Βρετανοί αποσκόπησαν στην κατατρομοκράτηση των Ελλήνων της Κύπρου. Ο λαός όμως, στην τεράστια πλειοψηφία του τάχθηκε αλληλέγγυος στην ΕΟΚΑ, συνδράμοντας με κάθε τρόπο τους μαχητές της και επιδεικνύοντας αξιοθαύμαστη αντοχή και καρτερικότητα.
Οι επιθέσεις όμως των ανταρτών γίνονταν όλο και πιο συχνές. Βρετανός αξιωματούχος της αποικιακής διοίκησης περιέγραψε σε εμπιστευτική έκθεσή του την τότε κατάσταση:
΄΄ Στα τέλη Νοεμβρίου του 1955, μια σειρά επιθέσεις που έλαβαν χώρα τόσο στις πόλεις της Κύπρου όσο και στην ύπαιθρο, κατέδειξαν ότι η τρομοκρατική οργάνωση (έτσι χαρακτήριζαν οι Βρετανοί την ΕΟΚΑ) επεκτάθηκε σε ολόκληρο το νησί. Είχαμε ήδη τους πρώτους νεκρούς στρατιώτες μας. Η Αυτού Εξοχότης ο Κυβερνήτης κήρυξε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης και επεβλήθη στρατιωτικός νόμος. Η ποινή του θανάτου ήταν πλέον η μόνη έστω και για απλή μεταφορά όπλου. Κατασκευάστηκαν και λειτούργησαν τα πρώτα στρατόπεδα-κρατητήρια΄΄.
Στην συνέχεια η έκθεση περιέγραφε την καχυποψία των κατακτητών απέναντι στους Ελληνοκύπριους και την αξιοποίηση των Τουρκοκύπριων:
΄΄Δεν μπορούσαμε να στηριζόμαστε στους Έλληνες που υπηρετούσαν ως αστυνομικοί. Για αυτό, στραφήκαμε στα μέλη της τουρκοκυπριακής μειονότητας, νομιμόφρονα σε εμάς και αφοσιωμένα στην υπόθεση της συντριβής της τρομοκρατίας, που ήσαν ως επί το πλείστον άνεργα. Μια από τις πρώτες διαπιστώσεις μας, από τις αλλεπάλληλες νέες επιθέσεις των τρομοκρατών, ήταν ότι η ΕΟΚΑ, εκτός από τον αρχηγό της, διέθετε ικανό αριθμό ηγετικών στελεχών, προ πάντων στην Αμμόχωστο και την Λεμεσσό….΄΄
Μία σειρά επιτυχημένων αιφνιδιαστικών προσβολών βρετανικών στόχων από Κύπριους αντάρτες, τόσο στο Τρόοδος όσο και στον Πενταδάχτυλο, κατά τον Νοέμβριο του 1955, ενέτεινε το μένος των αποικιοκρατών και την διάθεσή τους να τελειώνουν με την ΕΟΚΑ.
Το μήνα αυτό, το νησί αυτό γέμισε προκηρύξεις της αποικιοκρατίας, με τις φωτογραφίες 15 αγωνιστών που είχαν επικηρυχθεί με 5.000 αγγλικές λίρες. Ανάμεσά τους ήταν επίλεκτοι μαχητές, όπως ο Γρηγόρης Αυξεντίου, ο Μάρκος Δράκος, ο Λάμπρος Καυκαλίδης και ο Χαράλαμπος Μούσκος.
Βασικός στόχος των Βρετανών ήταν ο πάση θυσία εντοπισμός και σύλληψη του αρχηγού Γεωργίου Γρίβα, που αποκαλούνταν ήδη από όλους Διγενής, σε ανάμνηση του θρυλικού μεσαιωνικού ήρωα και ακρίτα. Οι επιτελείς τους, γνώριζαν πολύ καλά ότι η ΕΟΚΑ, προσωποκεντρική και καθοδηγούμενη από τον Αρχηγό της, θα εξαρθρωνόταν εύκολα αν συνελάμβαναν το Γρίβα. Προς τούτο, είχαν εξαπολυθεί πράκτορες, όχι μόνο Βρετανοί αλλά και Ελληνοκύπριοι, που οι πρώτοι πλήρωναν αφειδώς, προκειμένου να σπάσουν την στεγανότητα της ΕΟΚΑ...
Σε αντιπερισπασμό προς τα καταπιεστικά μέτρα των Βρετανών, ο Γεώργιος Γρίβας εκπόνησε και διέταξε εφαρμογή της επιχείρησης ΄΄Προς την Νίκην΄΄. Πλήθος επιθέσεων εξαπολύθηκε από την ΕΟΚΑ, σε παγκύπρια κλίμακα. Ο ίδιος ο αρχηγός, με ολιγομελή ομάδα, έστησε ενέδρα στις 23 Νοεμβρίου, κοντά στο χωριό Κυπερούντα. Πάνω από στενό δασικό δρόμο, έλαβαν θέσεις ώσπου φάνηκαν δύο οχήματα Land Rover. Όταν διήλθαν ακριβώς από κάτω τους, ο Διγενής διέταξε πυρ, βάλλοντας πρώτος. Το προπορευόμενο όχημα έπεσε στον γκρεμό, συμπαρασύροντας τους στρατιώτες που επέβαιναν. Ο συνοδηγός του δεύτερου, σηκώθηκε όρθιος προς ανταπόδωση των πυρών. Ο Γρίβας, βλέποντας τον σηκώθηκε και αυτός. Ακάλυπτος, πρόλαβε να πυροβολήσει πρώτος με το πιστόλι του τον Βρετανό, αναγκάζοντας το όχημα να αναπτύξει ταχύτητα προς διαφυγή. Οι μαχητές της ΕΟΚΑ, μετά από αυτό, αποσύρθηκαν στο χωριό Σπήλια, βόρεια του οποίου είχαν κατασκευάσει κρησφύγετα.
ΟΙ ΒΡΕΤΑΝΟΙ ΕΓΚΛΩΒΙΖΟΥΝ ΤΗΝ ΕΟΚΑ
Ήδη από τις αρχές Δεκεμβρίου, η αποικιοκρατική βρετανική διοίκηση έλαβε από προδότες αξιόπιστες πληροφορίες, που εντόπιζαν το αρχηγείο της οργάνωσης στην ορεινή περιοχή μεταξύ της Κακοπετριάς και του μικρότερου χωριού Σπήλια. Η εξέλιξη τους χαροποίησε, αφού ήταν ζωτικής για αυτούς σημασίας να εξαρθρώσουν την οργάνωση πριν η δράση της προσλάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Βρετανική πηγή περιέγραψε ως εξής την αντίδρασή τους:
΄΄Δεν πέρασαν πολλές μέρες και η χρυσή ευκαιρία που περιμέναμε μας δόθηκε αιφνιδιαστικά. Έμμισθος πράκτοράς μας, μας κόμισε την πληροφορία ότι στην περιοχή του μικρού χωριού Σπήλια δεν αποκλείεται να βρισκόταν το αρχηγείο των τρομοκρατών. Με απόλυτη μυστικότητα, σχεδιάσαμε την επιχείρηση. Θα έπαιρναν μέρος 800 από τους καλύτερους και πιο σκληρά δοκιμασμένους στρατιώτες μας…΄΄
Οι πληροφορίες των προδοτών δεν απείχαν διόλου από την πραγματικότητα. Στα υψώματα βόρεια του χωριού, ο αρχηγός και 12 άνδρες της ΕΟΚΑ βρίσκονταν διεσπαρμένοι σε τρία κρησφύγετα, επιμελώς σκαμμένα στην πλαγιά και καλυμμένα με φυλλωσιές. Ένα από τα κρησφύγετα, όπου διέμεναν ο Διγενής, ο Αυξεντίου και δύο ακόμη αντάρτες, λειτουργούσε ως αρχηγείο. Λίγα μέτρα πιο πέρα, είχε κατασκευαστεί το δεύτερο, που χρησίμευε ως μια υποτυπώδης κουζίνα. Στο τρίτο διέμεναν οι υπόλοιποι. Οι συνθήκες διαβίωσης εντός των κρησφυγέτων ήταν σκληρές, παρ’ ότι ελήφθη πρόνοια να προστατεύουν όσο μπορούσαν από τον βαρύ χειμώνα του κυπριακού Τροόδους και την υγρασία. Ως στέγη, οι αντάρτες χρησιμοποίησαν κατά την κατασκευή χοντρά ξύλινα δοκάρια, επάνω στα οποία στηρίζονταν βάσεις από τσίγκο. Πάνω από τους τσίγκους είχαν ρίξει χώμα, προς απόκρυψη. Στα πλευρά είχαν χτιστεί χαλίκια, ώστε να μειώνεται η υγρασία από το χώμα. Ο ωφέλιμος χώρος δεν ξεπερνούσε τα 2Χ3 μέτρα, το δε ύψος ήταν γύρω στο ενάμισυ μέτρο. Στα κρησφύγετα εκείνα υπήρχε επάρκεια πυρομαχικών, στα πλαίσια των δυνατοτήτων πάντα, καθώς και ξηρά τροφή που από το καλοκαίρι μετέφεραν εκεί οι αντάρτες, προσφορά των χωρικών: Κονσέρβες, παξιμάδια και λίγα όσπρια.
Οι Βρετανοί επιτελείς σχεδίασαν αιφνιδιαστική προσβολή του χωριού και αποκοπή του από τον έξω κόσμο, το χάραμα της 11ης Δεκεμβρίου 1955, ημέρας Κυριακής. Δεν γνώριζαν επακριβώς τη θέση των ανδρών της ΕΟΚΑ, ούτε αν τα κρησφύγετα βρίσκονταν μέσα στα Σπήλια ή στις γύρω απότομες πλαγιές. Το Σάββατο, οι αντάρτες ξεκουράζονταν, πλήν του Ρένου Κυριακίδη, σημαντικού στελέχους της οργάνωσης, που κατέβηκε στο χωριό με άλλους δύο για συγκεκριμένο λόγο: Περίμεναν έναν οδοντίατρο, που θα τον οδηγούσαν στα λημέρια τους, διότι ο Γρίβας υπέφερε από τα δόντια του. Απουσίαζε ακόμα ο Γρηγόρης Αυξεντίου, που κινούνταν στα υψώματα περιμετρικά του χωριού για αναγνώριση. Ήταν μια νύχτα ρουτίνας για τους αντάρτες και τίποτα δεν προμήνυε την επερχόμενη καταιγίδα…
Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΣΠΗΛΙΩΝ
Η νύχτα προχωρούσε ήσυχα, ώσπου γύρω στις 03:00 τα σκυλιά του χωριού άρχισαν να γαβγίζουν ασταμάτητα. Οι δύο που, συνοδεύοντας τον Ρένο Κυριακίδη, φύλαγαν σκοπιά σε ένα σπίτι του χωριού, οι Μιχάλης Γεωργιάδης και Ανδρέας Παρίδης, αντιλήφθηκαν την ανησυχία των σκύλων. Ο Κυριακίδης τους συνέστησε όμως υπομονή και ψυχραιμία. Η βρετανική αυτοκινητοπομπή έφθασε στα Σπήλια γύρω στις 05:00 και οι στρατιώτες διεσπάρησαν στο χωριό. Με τηλεβόες ξύπνησαν τους χωρικούς, φωνάζοντας πως ίσχυε αποκλεισμός και απαγόρευση κυκλοφορίας. Ο Κυριακίδης, αντιλαμβανόμενος ότι έπρεπε τάχιστα να ενημερωθούν ο αρχηγός και οι άλλοι, πήδηξε κατ’ ευθείαν από το παράθυρο του σπιτιού, ώστε να διαφύγει και να φθάσει στα κρησφύγετα. Στάθηκε όμως άτυχος: Επειδή τα σπίτια του χωριού ήταν χτισμένα σε έντονη κλίση, πήδηξε από ύψος έξι μέτρων, με αποτέλεσμα να χτυπήσει. Έφθασε στην έξοδο του χωριού, εντοπίστηκε και αρνούμενος να παραδοθεί, πυροβολήθηκε. Ένα βλήμα τον πέτυχε στον ώμο και αμέσως σχεδόν τον συνέλαβαν. Όμοια συνελήφθηκαν σε κοντινό σημείο οι άλλοι δύο, μαζί με τον οδοντίατρο. ΄Ετσι, οι υπόλοιποι στα κρησφύγετα δεν είχαν ιδέα για τον θανάσιμο κίνδυνο που τους πλησίαζε. Ενώ είχε πλέον ξημερώσει, πυκνή ομίχλη κάλυψε την περιοχή, κάτι όχι ασυνήθιστο τον χειμώνα για τις κυπριακές οροσειρές. Το στοιχείο αυτό επέδρασε καταλυτικά στην εξέλιξη των δραματικών στιγμών. Στο γήπεδο του χωριού, οι Βρετανοί συγκέντρωσαν τους άρρενες κατοίκους προς ανάκριση, πλην όμως ουδείς αποκάλυψε τίποτα για την ταυτότητα των συλληφθέντων.
Ψηλά, στα κρησφύγετα, γύρω στις 08:00 ο αντάρτης Κυριάκος Κόκκινος, που εκτελούσε σκοπιά, ανέφερε στον αρχηγό ότι δύο βρετανικά φορτηγά διακρίνονταν να κινούνται μέσα στο χωριό. Ο Γρίβας, έμπειρος και πάντα ψύχραιμος, δεν υπολόγισε σε όλη της την έκταση την κρισιμότητα της κατάστασης. Οι σύνδεσμοι της ΕΟΚΑ δεν κόμισαν τις τελευταίες μέρες καμμία πληροφορία για κινήσεις των Βρετανών στην περιοχή και έτσι κατέληξε στο συμπέρασμα ότι επρόκειτο για περιπολία ρουτίνας. Στα Σπήλια όμως βρίσκονταν δύο τάγματα του βρετανικού στρατού και κάθε λεπτό ήταν πολύτιμο. Δύο ώρες αργότερα ο Κυριάκος Κόκκινος ανέφερε άλλα δύο οχήματα, ενώ στις 11:00 εντόπισαν ανιχνευτικό σκύλο του εχθρού να κινείται προς την κατεύθυνση των κρησφύγετων. Αμέσως σήμανε συναγερμός. Ο Διγενής έταξε τους άνδρες στις προβλεπόμενες θέσεις μάχης, τα έγγραφα της οργάνωσης θάφτηκαν στο υγρό έδαφος και ανέμεναν την έξοδο του εχθρού από το χωριό προς την πλευρά τους.
Ο αρχηγός της ΕΟΚΑ περιέγραψε στα ΄΄Απομνημονεύματά΄΄ του την ένταση των στιγμών:
΄΄Έσπευσεν ο ίδιος ο αντίπαλος να με ειδοποιήσει ανοήτως περί της παρουσίας του. Αντάρται, οι οποίοι είχον καταλάβει τας θέσεις των, μου ανήγγειλαν ότι εθεάθη κυνηγετικός κύων εγγύς των θέσεών μας, προερχόμενος εκ της βορείας πλευράς του χωρίου. Τούτο με ενέβαλεν εις υπονοίας, ότι ο αντίπαλος πιθανώτατα επροχώρει προς τας θέσεις μας, καλυπτόμενος υπό της ομίχλης, και ότι έκανε την ανοησίαν να μας στείλη προηγουμένως το επισκεπτήριόν του΄΄
Για καλή τους τύχη, εκείνη την στιγμή επέστρεψε ο Γρηγόρης Αυξεντίου, μετά την πολύωρη απουσία του. Η παρουσία του θρυλικού ΄΄ΖΗΔΡΟΥ΄΄ θα αποδεικνυόταν, μαζί με την ομίχλη, ο δεύτερος καταλυτικός παράγων στην καταιγίδα που θα ξεσπούσε. Ο Διγενής διέταξε τον Αυξεντίου να προβεί σε ανίχνευση και παρατήρηση και να αναφέρει τυχόν κινήσεις του εχθρού. Εκείνος προωθήθηκε σε μια καλή θέση παρατήρησης, λίγα μέτρα μπροστά από τα κρησφύγετα και στις 11:30 επέστρεψε στο αρχηγείο, φέρνοντας την είδηση: Στα Σπήλια υπήρχε μεγάλη δύναμη του εχθρού, ενώ επισημάνθηκαν αρκετοί Βρετανοί να κινούνται προς την πλευρά τους, μέσα από ένα στενό μονοπάτι. Η διαταγή του Διγενή ήταν χωρίς δεύτερη σκέψη και την διέσωσε στα ΄΄Απομνημονεύματα΄΄ που συνέγραψε αργότερα στην Αθήνα:
΄΄Ο Αυξεντίου μου ανέφερεν, παρά την πυκνοτάτην ομίχλην, ότι παρετήρησεν υπόπτους κινήσεις από την πλευρά των Σπηλιών. Η ώρα θα ήτο περίπου 12-12:30 και, προσανατολισθείς πλέον, μη έχων ουδεμίαν αμφιβολίαν ότι ο αντίπαλος προσπαθεί να μας αιφνιδιάση, έλαβα την απόφασίν μου και έδωσα την ακόλουθον διαταγήν: Ο Αυξεντίου μετά μίας ομάδος να επιτηρεί προς την κατεύθυνσιν των Σπηλιών, απ’ όπου εφαίνετο προελαύνων ο εχθρός. Ευθύς ως ούτος πλησιάσει τα ημετέρας θέσεις, να βάλη κατ’ αυτού, προειδοποιών ημάς ούτω, και να συμπτυχθεί προς την κατεύθυνσιν, όπου θα ευρισκόμεθα. Εγώ μετά των υπολοίπων θα κατελάμβανον περιφερειακώς όλον τον χώρο της κορυφογραμμής.΄΄
Ο Γρηγόρης Αυξεντίου, φέροντας ένα γερμανικό ΄΄μαρσίπ΄΄ αναχώρησε αμέσως, μαζί με τους Χαράλαμπο Μπαταριά και Αλέκο Μιχαηλίδη. Ο Μπαταριάς έφερε οπλοπολυβόλο ΄΄μπρεν΄΄ και ο Μιχαηλίδης ιταλικό τυφέκιο ΄΄αραβίδα΄΄. Στους υπόλοιπους άνδρες, ο αρχηγός ανέλυσε εν τάχει την κατάσταση. Εάν ο αντίπαλος εκτελούσε κυκλωτική κίνηση, θα έδιναν μάχη μέχρις εσχάτων και θα επιχειρούσαν διάσπαση του κλοιού. Εάν τους προσέβαλλαν μόνο από μία πλευρά, δεν θα ανταπέδιδαν αλλά θα διέφευγαν από την αντίθετη. Καμουφλάρισαν τα κρησφύγετα και έλαβαν θέση μάχης πάνω από την τρίτη και υψηλότερη σπηλιά, όχι όμως εντός αυτής για να μην εγκλωβιστούν. Εκεί, στην κορυφογραμμή, ο αρχηγός διαπίστωσε ότι ο αντίπαλος δεν είχε καταλάβει την διάβαση που οδηγούσε στην Κακοπετριά, ούτε είχε προβεί σε άλλες κυκλωτικές κινήσεις. Οι Βρετανοί κινούνταν εναντίον τους μόνο από την κατεύθυνση των Σπηλιών. Η ώρα κυλούσε βασανιστικά, ενώ οι πρώτες διμοιρίες Βρετανών στρατιωτών ανέβαιναν αργά και προσεκτικά προς τα κρησφύγετα, ενώ προπορεύονταν ανιχνευτικοί σκύλοι.
Γύρω στις 15:00, οι πρώτοι Βρετανοί προσέγγισαν τις θέσεις του Αυξεντίου και των συμμαχητών του. Η ομίχλη ήταν πλέον πυκνοτάτη και η ορατότητα δεν ξεπερνούσε τα 12 με 15 μέτρα. Ο Γρηγόρης Αυξεντίου, βλέποντας καθαρά τον εχθρό να πλησιάζει, διέταξε πυρ. Τα πυρά ανάγκασαν τους Βρετανούς να ανακόψουν πορεία και να καλυφθούν, σχεδόν αμέσως όμως το ΄΄μπρεν΄΄ των Κυπρίων μαχητών έπαθε εμπλοκή. Ο Αυξεντίου διέταξε τους άλλους δύο να σκαρφαλώσουν προς την κορυφή και να αποκαταστήσουν επαφή με τον αρχηγό και την ομάδα. Ο ίδιος έμεινε εκεί, προσπαθώντας να καθυστερήσει τον αντίπαλο.
Ουσιαστικά, όπως εύστοχα γράφτηκε, ΄΄…ο Αυξεντίου, παράτολμος πάντα μέχρι τρέλλας, έμεινε και έγινε ζωντανή ασπίδα, για να προστατεύσει τον αρχηγό και τους συναγωνιστές του. Έμεινε μόνος αυτός, να καλύψει την υποχώρηση των άλλων. Δεν δίστασε να αντιμετωπίσει μόνος του τον όγκο των Άγγλων, ενώ σαν στρατιωτικός που ήταν ήξερε ότι κάτω από τις περιστάσεις εκείνες, η ενέργειά του ήταν πολύ πιθανό να του στοίχιζε την ζωή.΄΄
Ψηλά και κοντά στην κορυφογραμμή, ο Διγενής και οι άνδρες του άκουγαν ανήσυχοι τα πυρά, δίχως να μπορούν, λόγω της ομίχλης, να διακρίνουν τι γινόταν. Ο αρχηγός της ΕΟΚΑ διέταξε δύο αντάρτες να κατεβούν προσεκτικά χαμηλότερα, μήπως εντοπίσουν τον Αυξεντίου και μπορέσουν να τον βοηθήσουν. Μετά από λίγα λεπτά οι δύο άνδρες επέστρεψαν, δίχως νεότερα, ενώ τα πυρά είχαν πλέον σταματήσει. Τότε ο Γρίβας διέταξε αναχώρηση, προς την Κακοπετριά όπου υπήρχαν πολλά κρησφύγετα και άλλες αντάρτικες ομάδες.
Ο ίδιος ο Αυξεντίου παρέμενε καλυμμένος πίσω από έναν βράχο, προσπαθώντας να εντοπίσει τους Βρετανούς. Ήταν σίγουρος ότι θα επιχειρούσαν να τον κυκλώσουν και δεν έπεσε έξω σε αυτόν του τον υπολογισμό. Εκμεταλλευόμενος την πυκνότατη ομίχλη κατηφόρισε σε μια μικρή ρεματιά, ενώ ταυτόχρονα είδε δύο ομάδες στρατιωτών να ανεβαίνουν στις δύο πλαγιές που υψώνονταν αριστερά και δεξιά. Στο μυαλό του πέρασε η σκέψη να παραπλανήσει τον εχθρό, αν και η θέση που έλαβε στην μικρή χαράδρα θα σήμαινε εγκλωβισμό του και πιθανόν εξόντωσή του. Οι δύο περίπολοι των Βρετανών συνέχισαν να κινούνται στις δύο πλαγιές, ενώ ο Αυξεντίου διέκρινε θολές τις φιγούρες των στρατιωτών, στα 20 περίπου μέτρα από αυτόν.
Τη στιγμή που έκρινε ως κατάλληλη, ο ΄΄ΖΗΔΡΟΣ΄΄ άρχισε να βάλλει, πότε προς την μία περίπολο και πότε προς την άλλη. Τα πρώτα εκείνα πυρά του φαίνεται πως ήταν εύστοχα, αφού δύο ή τρείς Βρετανοί έπεσαν στην γη τρεκλίζοντας, ενώ οι υπόλοιποι καλύφθηκαν. Ο Αυξεντίου άλλαξε θέση, καλύφθηκε πίσω από άλλο βράχο και συνέχισε να βάλλει και κατά των δύο πλευρών. Οι Βρετανοί ήσαν πιά πεπεισμένοι ότι ο εχθρός ήταν απέναντι. Η κάθε περίπολος άρχισε να βάλλει κατά της άλλης, με πυκνά πυρά και δίχως να υπάρχει οπτική επαφή. Ο Γρηγόρης Αυξεντίου κατρακύλισε στο βάθος της χαράδρας, αφού πρόλαβε και έριξε δύο χειροβομβίδες και οι σφαίρες περνούσαν ξυστά πάνω από το κεφάλι του. Τα δύο βρετανικά αποσπάσματα, σίγουρα το καθένα ότι πυροβολούσε κατά του εχθρού, συνέχισαν την αλληλοεξόντωσή τους, ενώ ο Γρηγόρης Αυξεντίου, με ταχύτατη κίνηση διέφευγε. Δεκάδες ήταν οι νεκροί και τραυματίες, μέσα στην αλλοφροσύνη και στον πανικό που κατέλαβε τους Βρετανούς. Δύο σκυλιά που μυρίστηκαν τον ΄΄ΖΗΔΡΟ΄΄, έτρεξαν πίσω του, σταμάτησαν όμως το κυνηγητό λίγο μετά. Και ο τελευταίος κίνδυνος είχε περάσει. Έπεσε το σκοτάδι, καθώς ήταν χειμώνας και το υψόμετρο υψηλό, διευκολύνοντας ακόμη περισσότερο τον Κύπριο μαχητή και μελλοντικό ηρωομάρτυρα.
Για την φονική σύγκρουση, όπου τα δύο βρετανικά αποσπάσματα αλληλοεξοντώνονταν για περίπου 20 λεπτά, κατεγράφησαν τρείς μαρτυρίες, που συγκλίνουν στην περιγραφή που έδωσαν: Του αρχηγού Γεωργίου Γρίβα-Διγενή, του Γρηγόρη Αυξεντίου που πρωταγωνίστησε και των Βρετανών. Κάθε μία παρουσιάζει το δικό της ενδιαφέρον.
΄΄Θα ήτο περίπου 15:ΟΟ ότε ήκουσα τους πρώτους πυροβολισμούς εκ της κατευθύνσεως του Αυξεντίου΄΄, σημείωσε ο Διγενής.
΄΄Τούτο ήτο απόδειξις ότι ο προχωρών αντίπαλος ηνάγκασε τον Αυξεντίου να βάλη κατ’ αυτού, ως ήτο η διαταγή μου. Αμέσως μετά τους πυροβολισμούς, συμφώνως προς το σχέδιον ……διολίσθησα άνευ χρονοτριβής, μεθ’ όλων των ανδρών μου δια του σημείου της τοποθεσίας το οποίον μου εξησφάλιζε την κατεύθυνσιν προς την Κακοπετριάν, χωρίς να πυροβολήσωμεν ή να γίνωμεν καθ’ οιονδήποτε τρόπον αντιληπτοί. Ούτω, εσχηματίσθη κενόν μεταξύ των δύο συγκροτημάτων του εχθρού, του ενός προχωρούντος προς βορράν και του ετέρου προχωρούντος από βορράν προς νότον. Ενώ ημείς διεφεύγομεν προς δυσμάς, τα ανωτέρω δύο συγκροτήματα του αντιπάλου συναντήθησαν και μη δυνάμενα να αναγνωρισθούν, λόγω της πυκνοτάτης ομίχλης, αλληλοεπυροβολήθησαν με αποτέλεσμα να υπάρξουν νεκροί και τραυματίαι. Κατά πληροφορίας, το σύνολον αυτών ανήλθε εις 50 περίπου. Εκ των ημετέρων ουδείς έπαθε…΄΄
Η πιστότητα της περιγραφής του αρχηγού της ΕΟΚΑ, επιβεβαιώθηκε από αυτήν που αποτυπώθηκε σε απόρρητη έκθεση των βρετανικών στρατιωτικών δυνάμεων:
΄΄Ήταν η πρώτη φορά που τα στρατεύματά μας θα έρχονταν σε απ’ ευθείας επαφή με τους τρομοκράτες.΄΄
Η επισήμανση αυτή των Βρετανών ήταν ιδιαίτερης σημασίας. Μέχρι τότε, οι επιθέσεις της ΕΟΚΑ δεν ήταν παρά αιφνιδιαστικές προσβολές, κυρίως αυτοκινητοπομπών, και ταχεία απαγκίστρωση, δίχως εκ του συστάδην μάχη. Τώρα, για πρώτη φορά τους δινόταν η ευκαιρία να εγκλωβίσουν την πολυτιμότερη ομάδα της ΕΟΚΑ και τον ίδιο τον αρχηγό τους, αναγκάζοντάς τους να δώσουν μάχη. Και συνεχίζει η βρετανική εκδοχή της σύγκρουσης:
΄΄Οι άνδρες μας, χωρισμένοι σε δύο φάλαγγες, βάδισαν με σκοπό να σχηματίσουν κλοιό, έτσι που να μην υπάρχει τρόπος διαφυγής των τρομοκρατών (εδώ προκύπτει πως αγνοούσαν ότι ο Γρίβας και οι άνδρες του είχαν ήδη αποσυρθεί ψηλότερα). Ενώ όλα έδειχναν ότι ο κλοιός γύρω από τους τρομοκράτες στένευε θανάσιμα και κάθε προσπάθεια να διαφύγουν θα ήταν μάταιη, η επιχείρηση εξελίχθηκε ξαφνικά και απροσδόκητα σε αιματηρή τραγωδία. Οι άνδρες μας, που βάδιζαν σε δύο σειρές, παραπλανήθηκαν από τα πυρά των τρομοκρατών, που παρενεβλήθησαν μεταξύ τους (εδώ φαίνεται πόσο επιτυχημένη υπήρξε η ενέργεια Αυξεντίου, αφού οι Βρετανοί έκαναν λόγο για πολλούς, ενώ ήταν ένας και μοναδικός αυτός που έβαλε εναντίον τους). Αποτέλεσμα, μέσα στην ομίχλη που επικρατούσε, ήταν να συγκρουστούν μεταξύ τους και να αλληλοφονευθούν. Από τους αξιωματικούς και στρατιώτες μας, 12 φονεύθηκαν.΄΄
Στην συνέχεια, το βρετανικό κείμενο εξέφραζε την απογοήτευση των συντακτών του, αφού μία νίκη στα Σπήλια θα σήμαινε, με την εξόντωση του Γεωργίου Γρίβα, το τέλος του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων της Κύπρου:
΄΄Μέσα στο πανδαιμόνιο οι τρομοκράτες κατόρθωσαν και ξέφυγαν. Παρά την καταδίωξή τους από στρατιώτες και ανιχνευτικούς σκύλους, κατάφεραν μέσα στο επερχόμενο σκοτάδι να εξαφανιστούν. Από μερικά όπλα και εφόδια, αλλά προ πάντων από μια σειρά θαυμάσια κατασκευασμένα κρησφύγετα, δεν υπήρξε αμφιβολία ότι επρόκειτο περί αρχηγείου, αν όχι για το γενικό αρχηγείο των τρομοκρατών. Στο τέλος, προς κατάπληξή μας, διαπιστώσαμε ότι χάσαμε μία μοναδική ευκαιρία για ολοκληρωτική νίκη. Νίκη που θα σήμαινε το τέλος της τρομοκρατίας…΄΄
Εξαιρετικά γλαφυρή και με χιουμοριστική διάθεση, υπήρξε η κατάθεση του ίδιου του Γρηγόρη Αυξεντίου. Λίγες ημέρες μετά, έγραψε ένα γράμμα στον φίλο και συναγωνιστή του Σωτήρη Έλληνα, επίσης μέλος της ΕΟΚΑ:
΄΄Έλαβα το γράμμα σου και είδα την άδικη ανησυχία σου για το βιολί μου (εννοεί το αυτόματο όπλο του, που δεν το αποχωριζόταν ποτέ). Το δικό μου το βιολί δεν πρόκειται να πέσει ποτέ στα χέρια των Κότσιηδων (εννοεί τους Άγγλους) όσο είμαι ζωντανός. Το έχω τώρα που σου γράφω στα γόνατά μου και είμαι υπερήφανος για αυτό, γιατί έπαιξα κάτι όμορφους σκοπούς στην περίπτωση που μου γράφεις. Έστησα ένα σπουδαίο παιχνίδι στους Κότσιηδες, που θα το θυμούνται όσο υπάρχει βρετανικός στρατός. Έβαλα δύο τάγματα και αλληλοσυγκρούστηκαν και γέμισαν την χαράδρα πτώματα, και εγώ έφυγα κατρακυλιστός, με τον τρόπο που ξέρεις, μέσα από τα μάτια τους. Είχα και συνοδεία δύο από τα περίφημα σκυλιά τους. Είναι πάντως της τύχης μου να με κυνηγάει η προδοσία, όπου κι αν πάω. Κι εδώ που βρίσκομαι, δεν πρόλαβα να καλοκάτσω κι εφάνη αμέσως ο προδότης. Τώρα τρέχω διαρκώς κυνηγημένος από την προδοσία και το μόνο που έχω να σου τονίσω είναι να φυλάγεσαι από αυτήν….΄΄
Η ΔΙΑΦΥΓΗ ΤΩΝ ΜΑΧΗΤΩΝ ΤΗΣ ΕΟΚΑ
Με τον τρόπο αυτό υπέστησαν πανωλεθρία οι Βρετανοί, ενώ οι αντάρτες κινήθηκαν ταχύτατα προς απομάκρυνσή τους από την περιοχή των Σπηλιών, μόνος του ο Αυξεντίου, ο Διγενής και οι υπόλοιποι μαζί.
Ο Αυξεντίου χρησιμοποίησε την πυξίδα του, αφού μέσα στο σκοτάδι και την ομίχλη στάθηκε αδύνατο να προσανατολιστεί. Κινήθηκε ανατολικά, προς το μικρό χωριό Καννάβια, όπου έφθασε αργά την νύχτα, σε κακή κατάσταση. Μπήκε στο πρώτο σπίτι που βρήκε και ζήτησε να φωνάξουν τον ιερέα. Σε λίγη ώρα συναντήθηκε με τον παπα Αλέξανδρο Στυλιανού. Τον έκρυψαν στην εκκλησία του μικρού χωριού, όπου ο Γρηγόρης Αυξεντίου έμεινε τρεις ημέρες και νύχτες. Την τέταρτη νύχτα, 15 Δεκεμβρίου του 1955, δεν υπήρχε φεγγάρι και έβρεχε ασταμάτητα. Ο Αυξεντίου έκρινε πώς δύσκολα θα κινούνταν βρετανικές περίπολοι στην περιοχή και έτσι εγκατέλειψε τα Καννάβια και κινήθηκε προς το γειτονικό χωριό Λαγουδερά.
Πως κινήθηκαν όμως ο Διγενής και οι άνδρες της ομάδας; Όπως προαναφέρθηκε, από την τρίτη και ψηλότερη σπηλιά, άκουγαν καθαρά τις ριπές από την μάχη του Αυξεντίου με τους Βρετανούς. Αδυνατώντας να αποκαταστήσουν επαφή μαζί του κινήθηκαν προς την κατεύθυνση της Κακοπετριάς, που ήταν μεγάλο κεφαλοχώρι της περιοχής. Γύρω στις 17:30, ο αρχηγός έδωσε διαταγή για ολιγόλεπτη ανάπαυση, αφού άρχισε να πέφτει το σκοτάδι και βρίσκονταν πιά σε απόσταση ασφαλείας από τα Σπήλια. Στην ευρύτερη περιοχή όμως κινούνταν δεκάδες βρετανικές περίπολοι και όπως σταμάτησαν να ξαποστάσουν, καλά καλυμμένοι ανάμεσα σε δέντρα και θάμνους, διέκριναν έναν στρατιώτη που είχε μαζί του ανιχνευτικό σκύλο. Λίγα μέτρα πιο πίσω ακολουθούσε η υπόλοιπη περίπολος, με τα όπλα προτεταμένα.
Οι στιγμές ήταν εξαιρετικά κρίσιμες και η παραμικρή κίνηση θα μπορούσε να αποκαλύψει τη θέση τους. Ο προπορευόμενος στρατιώτης, δεν μπόρεσε να αντιληφθεί την παρουσία τους, παρά την βοήθεια του σκύλου και τους παρέκαμψε στα 50 περίπου μέτρα. Οι υπόλοιποι όμως διασκορπίστηκαν ερευνώντας την περιοχή, ένας δε, πλησίασε στις θέσεις απόκρυψής τους σε απόσταση τριών μόνο μέτρων. Αυτό που τους έσωσε ήταν η καλή απόκρυψη και το ότι επικρατούε πλέον πλήρες σκότος. Όταν ο εχθρός απομακρύνθηκε, ο Γρίβας έδωσε διαταγή να χωριστούν σε δύο ομάδες, ώστε να αυξηθούν οι πιθανότητες ασφαλούς απαγκίστρωσής τους. Η μια ομάδα, η μεγαλύτερη, αποτελούμενη από οκτώ άνδρες, κατόπιν εξαντλητικής πορείας κατόρθωσε να φθάσει στα Λαγουδερά. Εκεί συνάντησαν τον Γρηγόρη Αυξεντίου διαπιστώνοντας περιχαρείς ότι ήταν ζωντανός. Από τα χείλη του άκουσαν πως αυτός παραπλάνησε τους Βρετανούς στην χαράδρα, κάνοντάς τους να αλληλοεξοντωθούν. Η στιγμή ήταν φορτισμένη και συγκινητική.
Ο ίδιος ο αρχηγός, όταν η 12μελής ομάδα χωρίστηκε στα δύο, κράτησε κοντά του τρεις άνδρες: Τον Λάμπρο Καυκαλίδη, τον Χαρίλαο Ξενοφώντος και τον Ευαγόρα Παπαχριστοφόρου. Είχαν αποφύγει τον κίνδυνο εντοπισμού τους, αλλά ήταν πλέον ασέληνος νύχτα και το ψύχος δριμύ. Κινούνταν σχεδόν στα τυφλά και μάλιστα αναγκάστηκαν στην νυχτερινή τους εκείνη πορεία να βαδίζουν αργά και προσεκτικά, κρατώντας ο καθένας το χέρι του μπροστινού του, για να μην χαθούν. Το έδαφος, σε ορισμένα σημεία γινόταν σχεδόν κάθετο και γκρεμοί μεγάλου βάθους έχασκαν κάτω από τα πόδια τους. Σε μια περίπτωση, ο Διγενής κινδύνεψε να πέσει στο κενό και να γκρεμιστεί, κατάφερε όμως να κρατήσει την ισορροπία του. Περπάτησαν οι τέσσερις τους αδιάκοπα, κάνοντας μικρά διαλλείματα, αφού ορθά εκτίμησαν ότι μετά την σύγκρουση στα Σπήλια, ο τόπος θα πλημμύριζε την επομένη από νέες βρετανικές μονάδες.
Τα μεσάνυχτα, 11 προς 12 Δεκεμβρίου, βρίσκονταν ήδη σε σχετικά ασφαλές σημείο και περί τις 03:00 προσέγγισαν την Κακοπετριά. Δεν διακινδύνευσαν όμως να εισέλθουν στο χωριό. Έπεσαν στο υγρό χώμα και υπό δυνατή βροχή, τελείως εκτεθειμένοι αλλά και εξαντλημένοι, προσπάθησαν να αποκοιμηθούν.
Όταν ξημέρωσε, ο αρχηγός προσπάθησε από το ύψωμα όπου βρίσκονταν, να προβεί, δια παρατηρήσεως, σε μία στοιχειώδη εκτίμηση της κατάστασης. Όλα φαίνονταν ήσυχα εντός του χωριού. Στην πραγματικότητα, μέσα στην Κακοπετριά βρισκόταν δύναμη 150 περίπου Βρετανών, που είχαν καταλύσει εκεί από την προηγούμενη και εκείνη την ώρα προφανώς κοιμούνταν. Προσεχτικά, ο Ευαγόρας Παπαχριστοφόρου προχώρησε με προφυλάξεις στο χωριό και αποκατέστησε επαφή με τους εκεί συνδέσμους της ΕΟΚΑ. Το απόγευμα ο Παπαχριστοφόρου επέστρεψε στο ύψωμα και έφερε στους άλλους τρεις φαγητό. Η ομάδα ήταν εξαντλημένη, δίχως νερό και φαγητό για 30 ώρες και έτσι ανακουφίστηκε προσωρινά. Έφαγαν, περίμεναν υπομονετικά να ξανανυχτώσει και με πολλές προφυλάξεις εισήλθαν, νωρίς το βράδυ, στην Κακοπετριά, αγνοώντας ότι στάθμευε εκεί το βρετανικό στρατιωτικό απόσπασμα.
Κατέφυγαν στο σπίτι του Νίκου Πιτσιλλή, μυημένου στην ΕΟΚΑ, όπου ανασυντάχθηκαν, ενώ ο Γρίβας θα είχε λίγο χρόνο προς εκτίμηση της κατάστασης. Οι τέσσερις άνδρες αναπαύθηκαν, ενώ η σύντομη παραμονή τους εκεί διανθίστηκε από τα σχόλια της γυναίκας του ιδιοκτήτη, της Μελπομένης Πιτσιλλή, η οποία δεν γνώριζε ούτε μπορούσε να φανταστεί ότι ο Διγενής ήταν στο σπίτι της.
Να πως αφηγήθηκε το περιστατικό ο Λάμπρος Καυκαλίδης:
΄΄Μετά την μάχη στα Σπήλια, καταφέραμε κατάκοποι και φθάσαμε στην Κακοπετριά, στο σπίτι του Νικόλα του Πιτσιλλή. Η γυναίκα του Νικόλα, η Μέλπω, βλέποντας τον Διγενή αξύριστο και κατακουρασμένο και αγνοώντας την ταυτότητά του, τον λυπήθηκε και μας είπε:
-Τι τον κουβαλάτε τον καημένο τον γέρο μαζί σας;
Της απαντήσαμε:
-Τι να κάνουμε θειά, τον φέραμε να μας μαγειρεύει λίγο και άμα τελειώσουν οι φασαρίες θα τον στείλουμε στην κυρά του.
Ο αρχηγός γέλασε, ενώ η κυρά-Μέλπω συνέχισε:
-Καλά θα κάμετε γιέ μου, γιατί είναι γέρος άνθρωπος κι είναι κρίμα.΄΄
Οι τέσσερις συναγωνιστές αναχώρησαν από το σπίτι του Πιτσιλλή την επόμενη νύχτα, 13 Δεκεμβρίου, που για καλή τους τύχη έβρεχε καταρρακτωδώς. Εγκατέλειψαν την Κακοπετριά και για δύο ημέρες βρήκαν καταφύγιο στο κρησφύγετο του Νταβέλη. Ο Νταβέλης, που το πραγματικό του όνομα ήταν Γρηγόρης Γρηγοράς, ήταν αντάρτης της ΕΟΚΑ. Εισηγήθηκε στον Γρίβα να εγκαταλείψουν όλοι μαζί τα εκεί κρησφύγετα, γιατί εκτίμησε ότι ήταν προδομένα στους Βρετανούς. Ο αρχηγός αποφάσισε να ξανακατέβουν στην Κακοπετριά. Κατέλυσαν στο σπίτι φιλικού τους ζεύγους και περίμεναν σύνδεσμο της ΕΟΚΑ, να τους ενημερώσει για τις κινήσεις των Βρετανών. Ήταν βράδυ της 15ης Δεκεμβρίου και είχαν παρέλθει τέσσερα 24ωρα από την μάχη των Σπηλιών, ήταν όμως βέβαιο ότι ο εχθρός προέβαινε όλο αυτό το διάστημα σε κινήσεις εντοπισμού τους.
Ο Γρίβας και οι συναγωνιστές του δείπνησαν στο φιλικό σπίτι, αργά το βράδυ όμως κατέφθασε ο γιός της οικογένειας. Ο νεαρός εργαζόταν στις βρετανικές στρατιωτικές βάσεις και ήταν πράκτορας των Βρετανών, κάτι που αγνοούσαν φυσικά οι άνδρες της ΕΟΚΑ. Δεν αποκλείεται όμως ο αρχηγός κάτι να υποψιάστηκε, ούτως ή άλλως φοβερά επιφυλακτικός και καχύποπτος σε κάθε άγνωστο. Έτσι, ο Γρίβας διέταξε εσπευσμένα αναχώρηση. Η κίνησή του αυτή αποδείχθηκε σωτήρια. Αμέσως μόλις έφυγαν, ο γιός της οικογένειας ειδοποίησε αμέσως τους αξιωματικούς της δύναμης που στάθμευε στην Κακοπετριά, ενώ ο αρχηγός της ΕΟΚΑ και οι άνδρες του μόλις που πρόλαβαν να εγκαταλείψουν το χωριό.
Αναζήτησαν καταφύγιο στα γύρω υψώματα, ενώ ξημέρωνε η 16η Δεκεμβρίου. Καλά κρυμμένοι, έβλεπαν χαμηλά στον αμαξιτό δρόμο να διέρχεται βρετανική φάλαγγα. Πάνω από 1.200 στρατιώτες έζωσαν την Κακοπετριά και τα γειτονικά χωριά Γαλάτα και Ευρύχου, σίγουροι ότι η ηγεσία της ΕΟΚΑ βρισκόταν στην περιοχή. Το κυνηγητό ήταν ανηλεές, ενώ ο Διγενής ακατάβλητος προσπάθησε να αποκαταστήσει δια των συνδέσμων επαφή με τις ανταρτικές ομάδες της ευρύτερης περιοχής. Είχε όμως προσβληθεί από γρίππη, συνέπεια των εξαντλητικών πορειών υπό βροχή, ενώ υπέφερε πάντα από τα δόντια του.
Νοτιοδυτικά της Γαλάτας, σε δύσβατο σημείο, έδωσε εντολή να κατασκευαστεί ταχύτατα νέο κρησφύγετο, αφού υπήρχε υψηλή πιθανότητα τα ήδη υπάρχοντα να είχαν προδοθεί. Παρά τη γρίππη που τον ταλαιπωρούσε, ο αρχηγός συμμετείχε κανονικά μαζί με τους άνδρες του στο σκάψιμο και την κατασκευή του νέου τους κρησφύγετου. Το βράδυ της 16ης Δεκεμβρίου, απεκατέστησε επαφή με τις άλλες ανταρτικές ομάδες και έδωσε εντολές και οδηγίες.
Τα μεσάνυχτα ξεκίνησε πάλι να βρέχει και αναγκάστηκαν όλοι τους να κοιμηθούν πάνω στο βρεγμένο χώμα, αφού το κρησφύγετο δεν ήταν έτοιμο. Ο κίνδυνος όμως, σταδιακά απομακρυνόταν. Οι κακές καιρικές συνθήκες δεν επέτρεψαν στον αντίπαλο να εξαπολύσει εκκαθαριστικές επιχειρήσεις, ενώ οι Βρετανοί εκτιμούσαν ότι ο Γρίβας βρισκόταν πάντα σε κρησφύγετο εντός κάποιου από τα γειτονικά χωριά.
ΟΙ ΑΝΔΡΕΣ ΤΗΣ ΕΟΚΑ ΠΑΛΙ ΑΣΦΑΛΕΙΣ
Η εβδομάδα εκείνη, αμέσως μετά την μάχη των Σπηλιών και μέχρι τις 17 Δεκεμβρίου 1955, ήταν πραγματικά ένας γολγοθάς για τον αρχηγό και τους μαχητές της ΕΟΚΑ. Στα Σπήλια τους έσωσε η αυτοθυσία του Γρηγόρη Αυξεντίου, που έμεινε συνειδητά μόνος να καλύψει την απαγκίστρωση των υπολοίπων, ενώ γνώριζε πως ήταν επικηρυγμένος και τι θα επακολουθούσε μια ενδεχόμενη σύλληψή του. Οι κινήσεις του αρχηγού Διγενή απέδειξαν για πολλοστή φορά την άριστη αντίληψη εκ μέρους του των αρχών και τακτικών του ανταρτοπολέμου. Αποφασιστικός, ορθολογιστής αλλά και με διαίσθηση, ο Γρίβας αποδείχθηκε ικανότατος ηγέτης, ενώ η προνοητικότητά του διασφάλισε την επιβίωση της ΕΟΚΑ, όπως στην περίπτωση της προδοσίας στο σπίτι της Κακοπετριάς, όταν διαισθανόμενος ότι κάτι δεν πήγαινε καλά διέταξε αναχώρηση.
Αξιοθαύμαστη υπήρξε σε όλο αυτό το διάστημα η καρτερικότητα και δύναμη ψυχής των ανδρών της ΕΟΚΑ. Άντεξαν επί μερόνυχτα στο ψύχος και την συνεχή βροχή, λαμβάνοντας ως παράδειγμα τον ίδιο τον αρχηγό που παρά τα 58 του χρόνια και το ότι ήταν με γρίππη, κοιμόταν καθ’ όλο το διάστημα της καταδίωξής τους ελάχιστα και συμμετείχε μαζί με τους άνδρες του σε κάθε δραστηρότητα και εργασία.
Γνωρίζοντας καλά ότι το ηθικό των στρατιωτών του εχθρού κατέπιπτε ραγδαία, ο Γρίβας εξέδωσε προκήρυξη, με αποδέκτες τους Βρετανούς:
΄΄Άγγλοι στρατιώται,
Η νίκη την οποίαν διατυμπανίζει ο στρατάρχης σας στα Σπήλια εναντίον των πατριωτών της ΕΟΚΑ, σας εστοίχισε περί τους 100 νεκρούς και τραυματίας, ενώ εις ημάς κανέναν. Επέσατε εις παγίδαν που εστήθη. Θα πάρετε και άλλα μαθήματα, εσείς και ο στρατάρχης σας, εάν εξακολουθήσετε να κτυπάτε τους Κυπρίους αγωνιστάς της ελευθερίας. Οι αρχηγοί σας, σας αποκρύπτουν τας πραγματικάς απωλείας σας. Συντόμως θα σας τας κοινοποιήσωμεν ημείς…΄΄
Πέρα από την ανασύνταξη των καταπονημένων ομάδων, ο αρχηγός είχε να αντιμετωπίσει και να διελευκάνει την προδοσία που οδήγησε τους Βρετανούς στα Σπήλια. Απέναντι στους προδώσαντες, η ΕΟΚΑ δεν είχε περιθώρια για οίκτο, διότι έπρεπε να περιοριστούν ανάλογα κρούσματα στο μέλλον. Όπως αποδείχθηκε τελικά, τα κρησφύγετα αποκάλυψαν στους κατακτητές δύο Κύπριοι. Ο ένας ήταν ο δασοφύλακας Κώστας Ζαβρός, ο άλλος ανήκε στην οικογένεια Φάντη, όλα τα μέλη της οποίας ήταν πράκτορες του εχθρού. Κατόπιν διαταγής του Γρίβα, ο Ζαβρός εκτελέστηκε από την ΕΟΚΑ, ενώ στη μέσα τσέπη του σακκακιού του βρέθηκε και βρετανική επιταγή 400 αγγλικών λιρών. Επίσης, εκτελέστηκαν και κάποιοι από την προδοτική οικογένεια των Φάντηδων. Ένα τρίτο πρόσωπο που έδρασε προδοτικά στα γεγονότα των Σπηλιών, ήταν ο πράκτορας των Βρετανών, στο σπίτι του οποίου στην Κακοπετριά αναζήτησε καταφύγιο ο Γρίβας. Ο νεαρός, όπως προαναφέρθηκε, έσπευσε να ειδοποιήσει τους Βρετανούς να συλλάβουν τον αρχηγό της ΕΟΚΑ και τους συνοδούς του. Και αυτός, εκτελέστηκε ως προδότης λίγο αργότερα στην Λεμεσό, δίχως να τον συγχωρέσουν ούτε οι ίδιοι του οι γονείς, όπως χαρακτηριστικά γράφτηκε.
Tαυτόχρονα με αυτά, σε γνώση του αρχηγού της ΕΟΚΑ περιήλθε μια άσχημη είδηση, που δεν την ανέμεναν: Ενώ οι κατάκοποι άνδρες ανασυντάσσονταν στα νέα κρησφύγετα που κατασκεύασαν, σημειώθηκαν οι πρώτες απώλειες σε μάχη με τους Βρετανούς, σε άλλο σημείο του νησιού. Συγκεκριμένα, στις 15 Δεκεμβρίου, στο δυτικό τμήμα της Κύπρου στη θέση Μερσινάκι, ανάμεσα στην Χρυσοχού και τον Πύργο Τηλλυρίας, τέσσερις μαχητές της ΕΟΚΑ έστησαν ενέδρα αναζητώντας εχθρικό στόχο. Επικεφαλής τους ήταν ο Μάρκος Δράκος, σημαίνων στέλεχος της οργάνωσης και γενναίος αγωνιστής. Όταν φάνηκε διερχόμενο τζιπ, με δύο Βρετανούς, οι άνδρες της ΕΟΚΑ άνοιξαν πυρ. Ο οδηγός φονεύθηκε ακαριαία, ο δεύτερος όμως επιβάτης, ο ταγματάρχης Μπράιαν Κούμπ, ανταπέδωσε τα πυρά. Ο Μάρκος Δράκος τραυματίστηκε, ένας όμως αγωνιστής, ο Χαράλαμπος Μούσκος, πρώτος εξάδελφος του Μακαρίου ,έπεσε νεκρός. Κατά μία εκδοχή, ο Κούμπ τον φόνευσε εν ψυχρώ, αφού πρώτα τον τραυμάτισε. Ο Χαράλαμπος Μούσκος, εξαίρετος αγωνιστής με ηθικό ανάστημα, ήταν ο πρώτος νεκρός της ΕΟΚΑ στα πεδία των μαχών. Στην κηδεία του, που ακολούθησε μετά από τρεις μέρες, συμμετείχαν πάνω από 5.000 λαού, ενώ οι κατακτητές δεν σεβάστηκαν ούτε την θρησκευτική διαδικασία. Στην διάρκεια της νεκρώσιμης πομπής, επιτέθηκαν με λύσσα κατά του κόσμου, με ρόπαλα και δακρυγόνα.
Στα νέα κρησφύγετα της Γαλάτας, ο Διγενής πληροφορήθηκε με θλίψη την αγγελία του χαμού του Μούσκου. Τόνισε στους άνδρες ότι από την ώρα που επελέγη ο δρόμος της ένοπλης πάλης, αναπόφευκτα θα ερχόντουσαν θυσίες και θα υπήρχαν και νεκροί. Η απώλεια του συμμαχητή τους δεν θα έπρεπε να τους λυγίσει, μα να τους οπλίσει με σθένος, ώστε να πάρουν το αίμα του πίσω. Υπό αυτές τις συνθήκες και εξασφαλίζοντας παράταση για την επιβίωση και ανασύνταξη της ΕΟΚΑ, μετά την μάχη και τον απεγκλωβισμό από τα Σπήλια, ο αρχηγός και οι άνδρες του γιόρτασαν τα Χριστούγεννα του 1955...
apoellas.com
Σάββατο 11 Δεκεμβρίου 2010
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου